Η πρό(σ)κληση του Κυριάκου Μητσοτάκη να θέσω υποψηφιότητα στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου στον τόπο που γεννήθηκα, μεγάλωσα, εργάζομαι και σήμερα μεγαλώνω τον δικό μου γιό, τη Β’ Πειραιά, ήρθε σε εμένα σε μια κομβική στιγμή.
Από την πρώτη μέρα που πέρασα την πόρτα της Ιατρικής Σχολής της Αθήνας, το 1997, και μέχρι το 2003 που αποφοίτησα δεν έπαψα να δραστηριοποιούμαι πολιτικά από τα φοιτητικά έδρανα. Πάντα στα ψηφοδέλτια της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ Ιατρικής με την τελευταία χρονιά να εκλέγομαι Υπεύθυνος της Σχολής μου, ενώ αργότερα συνέχισα ως Πρόεδρος της Νομαρχιακής της ΟΝΝΕΔ Β’ Πειραιά και ως τομεάρχης Υγείας, ως πρόεδρος της ΔΗΜ. Τ.Ο. Αμφιάλης και έως πρόσφατα ως πρόεδρος της ΝΟΔΕ Β’ Πειραιά.
Σήμερα διατηρώ το ιατρείο μου και κατοικώ στο Κερατσίνι, ενώ παράλληλα συνεχίζω τις σπουδές μου ως Υποψήφιος Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Είμαι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων, το πρώτο από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας: στη Διοίκηση Υπηρεσιών Υγείας με εξειδίκευση τη φάρμακο-οικονομία και το δεύτερο από την Ιατρική Σχολή με θέμα την Καρδιολογική Θεραπευτική-ΜΕΘ.
Ήρθε όμως η ώρα να δούμε, ο καθένας ξεχωριστά, πέρα από το δικό του μικρόκοσμο, και όλοι μαζί το σύνολο. Μια πραγματικότητα πολύπλοκη και γεμάτη δυσεπίλυτα προβλήματα.
Η Ελλάδα πρέπει άμεσα να ανασάνει, να βγει από την Εντατική. Οι ψηφοφόροι της νέας –αυτής- Ελλάδας πρέπει να ενηλικιωθούν. Να πάψουν να πιστεύουν σε νταούλια και κίβδηλες υποσχέσεις, να μην λένε στις επενδύσεις και την ανάπτυξη «go back». Η Β’ Πειραιά και το ανθρώπινο δυναμικό της πρέπει να δώσουμε στον τόπο μας αυτό που μας αξίζει. Να οραματιστούμε ένα καλύτερο σχολείο για τα παιδιά μας, δουλειές με αξιοπρέπεια, Υγεία για όλους, Ασφάλεια και στην πιο ερημική γειτονιά της πόλης μας, αναβάθμιση του μοναδικού αναξιοποίητου νησιού του Αργοσαρωνικού, της Σαλαμίνας μας. Να σταματήσουμε να δουλεύουμε για να πληρώνουμε φόρους, να πάψουμε να είμαστε παιδιά ενός κατώτερου θεού, να αποκτήσουμε μια ισχυρή αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, που θα στέκεται με πυγμή και κύρος δίπλα στους εταίρους της.
Στις 7 Ιουλίου ας κάνουμε τη σωστή επιλογή, με ευθύνη, αλήθεια, ρεαλισμό, αποφασιστικότητα και κυρίως με δυνατή συμμετοχή.
Αν και από τη ζωή μου δεν έλειψε στιγμή η πολιτική, ποτέ δεν ήταν, ούτε θα γίνει αυτοσκοπός. Με το κάλεσμα του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν μπαίνω στην πολιτική για να κερδίσω, αλλά για να δώσω όσα περισσότερα μπορώ. Για μένα η πολιτική είναι άσκηση προσφοράς, είναι στο κύτταρο μας ως Ελληνες και μπορεί, αν αποκαταστήσουμε τη σχέση των πολιτών μαζί της, να ξανακερδίσουμε όσα απωλέσαμε από τα λάθη του παρελθόντος. Δεν πολιτεύομαι γιατί δεν έχω δουλειά ή γιατί αναζητώ γόητρο ή κύρος. Πολιτεύομαι για να προσφέρω και να ξαναφέρουμε την έννοια της εκπροσωπησης στη σωστή της διάσταση. Πρώτη προτεραιότητα μου είναι ο κόσμος και ειδικότερα οι συμπολίτες μου στη Β Πειραιά. Γιατί αυτούς αντιπροσωπεύω και αυτούς φιλοδοξώ να εκπροσωπήσω μέσα από την ψήφο τους.
Βαθιά πεποίθηση μου είναι λοιπόν, πως όσο ένας καλός γιατρός μπορεί να ανοίξει ένα παράθυρο στη ζωή για τον Ασθενη του, άλλο τόσο και περισσότερο, ένας πολιτικός με όραμα μπορεί να ανοίξει ορίζοντες και ελπίδα στο μέλλον μας. Φτάνει να αποτελεί μια επιλογή με σωστά κριτήρια: αξίες, ήθος, ουσία και ευθύνη.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ 20 Ιουνίου